«Όταν δίνω τροφή στους φτωχούς, με λένε Άγιο. Όταν ρωτάω γιατί είναι φτωχοί, με λένε κομμουνιστή». Χέλντερ Καμάρα, ο αρχιεπίσκοπος με το τριμμένο ράσο που έγινε η φωνή των καταπιεσμένων και αγνόησε το Βατικανό


Όταν τον Αύγουστο του 1999 ο καθολικός αρχιεπίσκοπος Χέλντερ Καμάρα έφυγε από τη ζωή, χιλιάδες Βραζιλιάνοι κατέκλυσαν την πόλη Ρεσίφε για να αποτίσουν φόρο τιμής στον άνθρωπο ο οποίος στάθηκε στο πλευρό των φτωχών, τα έβαλε με τη χούντα, τον νεοφιλελευθερισμό, τις πολυεθνικές. Πίστευε ότι χωρίς τους νέους, καμιά επανάσταση δεν μπορεί να επιζήσει. «Όταν δίνω τροφή στους φτωχούς, με λένε Άγιο. 

Ακολουθήστε μας στο Facebook Τελευταία Έξοδος 

Όταν ρωτάω γιατί είναι φτωχοί, με λένε κομμουνιστή», έλεγε ο Καμάρα. Η φωνή του, κραυγή εναντίον της αδικίας, της πείνας και της καταπίεσης. Ο Ντομ Χέλντερ Καμάρα πέθανε στα 90 του χρόνια, έχοντας ζήσει μια ζωή δίπλα στους φτωχούς και τους καταπιεσμένους, φωνάζοντας για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ζητώντας δικαιοσύνη. Δεν δίσταζε να υποστηρίζει δημόσια ότι ο Μαρξ είχε δίκιο όταν έλεγε ότι οι θρησκεία είναι το όπιο του λαού. 

Τον αποκαλούσαν «ο επίσκοπος με το τριμμένο ράσο» γιατί δεν φορούσε άλλο. Όταν έγινε αρχιεπίσκοπος στη Ρεσίφε, αντικατέστησε τον επισκοπικό θρόνο με μια απλή ξύλινη καρέκλα. Έμεινε σε ένα δυαράκι και όχι στο πολυτελέστατο επισκοπικό μέγαρο. «Ας δώσουμε μια για πάντα τέλος στην εικόνα του επισκόπου-πρίγκιπα, ο οποίος κατοικεί σε μέγαρο και είναι απομονωμένος από τον κλήρο», έλεγε το 1963 στους συναδέλφους του επισκόπους. 


«Πρέπει να θεραπεύσουμε τα αίτια με τη δικαιοσύνη και όχι τα αποτελέσματα με την ελεημοσύνη», συνήθιζε να λέει 


Είχε μάθει από μικρός να μην έχει, ούτε να ζητά πολλά. Γεννημένος σε μια φτωχογειτονιά στα βορειονατολικά της Βραζιλίας, μεγάλωσε σε μια καθημερινότητα που λεγόταν πείνα. Η επαφή του με τους πάμφτωχους, αλλά γεμάτους θάρρος συντοπίτες του, τον έκανε να βάλει σκοπό της ζωής του την ηθική, υλική και πνευματική απελευθέρωση του λαού του. Το μεγάλο σοκ για τον επίσκοπο ήρθε όταν πήγε στο Ρίο, το 1936, όπου το ένα τέταρτο του πληθυσμού στοιβαζόταν σε τσίγκινες καλύβες, χωρίς δουλειά, χωρίς ασφάλιση, χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ταυτίστηκε μαζί τους και ταυτόχρονα έμαθε για τη δράση των πολυεθνικών τραστ εις βάρος του πληθυσμού. Κι αμέσως άρχισε τον αγώνα του σε κάθε γωνιά της Βραζιλίας για την ανάπτυξη και την απελευθέρωση των καταπιεσμένων. 




Το 1955 βγήκε από τη Βραζιλία και ανακάλυψε ότι η υπανάπτυξη δεν είναι αποκλειστικότητα της χώρας του. Όλη η Λατινική Αμερική έχει τα ίδια προβλήματα. Το 1962 ο Καμάρα βρέθηκε στη Ρώμη, στη δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού. Εκεί έμαθε για τη φτώχεια και τη μιζέρια στην Ευρώπη, την Αφρική και την Ασία. Πίστεψε ότι ο αγώνας ενάντια στη φτώχεια και την καταπίεση δεν είναι υπόθεση μιας χώρας, αλλά πρέπει να πάρει οικουμενικές διαστάσεις. Γύρισε όλο τον κόσμο καταγγέλλοντας τα βασανιστήρια και τους φόνους του χουντικού καθεστώτος και μιλούσε σε πλατείες και πανεπιστήμια. Στόχος του ήταν να καταλάβουν οι άνθρωποι ότι ο μετασχηματισμός των παγκόσμιων πολιτικών και οικονομικών δομών, είναι απαραίτητος ώστε να μπορέσουν οι μάζες που είναι στο περιθώριο να συμμετάσχουν στην οικοδόμηση μιας ανθρώπινης και αλληλέγγυας κοινωνίας. 

«Είσαι ένα ανθρώπινο πλάσμα που έχει τα ίδια δικαιώματα με χιλιάδες άλλα ανθρώπινα πλάσματα. Σπεύσε να τα ανταμώσεις και μαζί τους να χτίσεις ένα ανθρώπινο κόσμο», έλεγε στους πιστούς. 



Με τα λόγια του και τις πράξεις του ο Καμάρα έγινε εχθρός της Εκκλησίας. 




Ήταν «προδότης» γιατί δεν επιτέλεσε το «καθήκον» του, να κηρύσσει την παθητικότητα προς τις ανθρώπινες αδικίες και την εναπόθεση των ελπίδων στη μετά θάνατον δικαιοσύνη. Αψήφισε την εντολή του Βατικανού να σιωπήσει και συνέχισε να επικρίνει τον ρόλο των πολυεθνικών στον Τρίτο Κόσμο. Ακόμα κι όταν τελείωσε η χούντα στη χώρα του, εχθρός του έγινε ο νεοφιλελευθερισμός. «Όποιος ιερέας κηρύξει το Ευαγγέλιο απαιτώντας δικαιοσύνη σαν προϋπόθεση της Ειρήνης, κινδυνεύει να κλειστεί στις φυλακές. Και το χειρότερο γι΄ αυτόν είναι να βλέπει φυλακισμένους τους λαϊκούς αγωνιστές που το μόνο τους αμάρτημα ήταν το ότι ανταποκρίθηκαν στο ευαγγελικό του κήρυγμα», δήλωνε σε συνεντεύξεις του. 

Ο Καμάρα προτάθηκε για το Νόμπελ Ειρήνης το 1973, αλλά η υποψηφιότητά του υπονομεύθηκε από δύο συντηρητικά μέλη της επιτροπής, τα οποία συνεργάστηκαν με τον πρεσβευτή της Βραζιλίας, καθώς η στρατιωτική δικτατορία ήταν εναντίον του και δεν ήθελε να του απονεμηθεί το βραβείο. 

Το 1980 ο Πάπας Ιωάννης Παύλος τον χαρακτήρισε αδερφό των ανθρώπων, όταν τον συνάντησε στην Ρεσίφε. Όταν όμως ο Καμάρα αποσύρθηκε από την αρχιεπισκοπή, ο Πάπας διόρισε στη θέση του κάποιον που χρησιμοποίησε το επισκοπικό μέγαρο ως κατοικία του, τονίζοντας ότι σημασία δεν έχει η κοινωνική δράση, αλλά η σωτηρία της ψυχής. 


*Με πληροφορίες από το περιοδικό Επίκαιρα, τεύχος Οκτωβρίου 1975 



Διαβάστε όλο το άρθρο: mixanitouxronou

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.