H Oικολογία της Aγοράς (1982-1996)


του Thierry Meyssan

ΤΟ ΚΛΙΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΧΗΜΑ  2/3


Κατά τις δεκαετίες 80-90, η οικολογία αποσυνδέθηκε από τα ζητήματα άμυνας για να μπερδευτεί με τους οικονομικούς προβληματισμούς. Σε αυτό το δεύτερο μέρος της μελέτης του για την ιστορία της περιβαλλοντικής ρητορικής, ο Thierry Meyssan αναλύει το πώς οι πολυεθνικές αναποδογύρισαν την κατάσταση, μετατρεπόμενες από κατηγορούμενοι σε σπόνσορες των πράσινων ενώσεων.

Voltaire Network  22 Απριλίου 2010


Αυτό το άρθρο είναι συνέχεια του άρθρου: Η Οικολογία του πολέμου


1982: Ναϊρόμπι, η 2η “Συνάντηση Κορυφής της Γης” και η ηγεσία της Μάργκαρετ Θάτσερ

Σταδιακά, οι συζητήσεις μετατοπίζονται από το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP), προς το Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τον Πληθυσμό (UNFPA), όπου θα προκληθεί αντίθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών από τη μία πλευρά, και της Αγίας Έδρας και του Ιράν από την άλλη, για το θέμα της σεξουαλικής ηθικής. Στην καπιταλιστική πλευρά οι νεομαλθουσιανοί χάνουν επιρροή προς όφελος των οπαδών της απορρύθμισης. Ο πρόεδρος Ronald Reagan αντιμετωπίζει με περιφρόνηση την δεύτερη “Συνάντηση Κορυφής της Γης” (Ναϊρόμπι, 1982) που έτσι περνά απαρατήρητη. Δεν υπάρχει πρόβλεψη για τη σύγκληση μιας νέας διάσκεψης.

Σύμφωνα με την Jessica Mathews (World Resources Institute), οι υπεύθυνοι για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος δεν είναι ο καπιταλισμός και οι πολυεθνικές. Αντίθετα, είναι οι μεγάλες εταιρείες και η αγορά που έχουν την λύση.

Οι Δημοκρατικοί των ΗΠΑ παίρνουν τα πράγματα πιο στα σοβαρά. Ο James Gus Speth, πρώην σύμβουλος Περιβάλλοντος του Τζίμι Κάρτερ, και η Jessica Mathews (πρώην βοηθός του Zbigniew Brzezinski στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας και διαχειρίστρια του ιδρύματος Rockefeller) ιδρύουν μια περιβαλλοντική δεξαμενή σκέψης που προορίζεται να επηρεάσει την Παγκόσμια Τράπεζα: το Ινστιτούτο Παγκόσμιων Πόρων (WRI). Χρηματοδοτούμενο από πολυεθνικές, θα είναι ο πρώτος οργανισμός αυτού του είδους που θα επενδύσει μεγάλους προϋπολογισμούς για την πολιτική μελέτη του κλίματος. Θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα των κρατών να ανταποκριθούν στις περιβαλλοντικές προκλήσεις και υποστηρίζει μια παγκόσμια διακυβέρνηση, που σύμφωνα με το εν λόγω ινστιτούτο, θα περνά μέσα από τις αγορές και όχι τον ΟΗΕ. Οι διεθνείς συνθήκες και συμφωνίες είναι άχρηστες. Είναι οι πολυεθνικές που θα προωθήσουν αυτές τις σχέσεις και δεν θα το πράξουν παρά μόνο όταν οι μέτοχοι τους θα βρουν κάποιο ενδιαφέρον.

Μετά την αποτυχία της διάσκεψης του Ναϊρόμπι, ο ΟΗΕ μειώνει τις φιλοδοξίες του και περιορίζεται στο να διαπραγματευτεί την Συνθήκη της Βιέννης και το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ σχετικά με την απαγόρευση των χλωροφθορανθράκων, που ευθύνονται για την “τρύπα του όζοντος”.

Για την Gro Harlem Bruntland (Παγκόσμια Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη), η πρόσβαση στους πόρους είναι τόσο ένα περιβαλλοντικό πρόβλημα όσο και ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης.

Για να επανεκκινήσει τον διάλογο που του ξεφεύγει από τα χέρια, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, ο Περουβιανός Javier Pérez de Cuéllar, διορίζει μια Παγκόσμια Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, στην προεδρεία της οποίας καλείται η Νορβηγός Υπουργός Επικρατείας (δηλαδή ο πρωθυπουργός), Δρ Gro Harlem Bruntland, και στην γενική γραμματεία ο Jim MacNeill. Αυτό το σώμα, του οποίου ο Maurice Strong είναι μέλος (ΣτΜ, βλέπε πρώτο μέρος της μελέτης), εκδίδει μια απαισιόδοξη και αμφιλεγόμενη έκθεση, “Our Common Future” (Το Κοινό μας Μέλλον) [1]. Λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες του τρίτου κόσμου. Υπό το πρίσμα αυτό, γίνεται επίκληση, για πρώτη φορά σε ένα διεθνές έγγραφο, του όρου “υποστηριζόμενη ανάπτυξη” (περαιτέρω μεταφρασμένη σε "βιώσιμη ανάπτυξη"). Η βιομηχανική ανάπτυξη δεν είναι ο εχθρός της ανθρωπότητας, αλλά αυτή θα πρέπει να ρυθμίζεται έτσι ώστε να μην επιβαρύνει τα δικαιώματα των μελλοντικών γενεών. Αυτό σημαίνει βεβαίως ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα δεν πρέπει να καταστρέφει το περιβάλλον της, αλλά και ότι δεν θα πρέπει να δημιουργεί τέτοιες ανισότητες ώστε τα παιδιά που γεννιούνται σε μια φτωχή χώρα να μένουν χωρίς μέλλον: για τους υποστηρικτές του Τρίτου Κόσμου, τα Κράτη πρέπει να νομοθετήσουν για να εξασφαλιστεί η πρόσβαση όλων στα κοινά αγαθά, ενώ για τους καπιταλιστές, θα πρέπει αντιθέτως να απορυθμίσουν ώστε να εξασφαλιστεί η πρόσβαση των πολυεθνικών.

Αυτή η διπλή ανάγνωση ανησυχεί ορισμένα ανεπτυγμένα Κράτη, αλλά δύο παράγοντες τα ωθούν να αφοσιωθούν στη συνέχιση των διαπραγματεύσεων.

Ο κινδυνολόγος James Hansen προσαρμόζει την θεωρία του θερμοκηπίου στις σημερινές ανάγκες, επιτρέποντας στον εργοδότη του, την NASA, να εκτελέσει ένα νέο καθήκον: την δορυφορική παρατήρηση του κλίματος.

Το 1986, το διαστημικό λεωφορείο Challenger διαλύεται στον αέρα, 73 δευτερόλεπτα μετά την απογείωση του. Οι ΗΠΑ αποφασίζουν τη διακοπή των πτήσεων. Η NASA εισέρχεται σε μια φάση ενδοσκόπησης και αναδιοργάνωσης. Για να γλυτώσει τον προϋπολογισμό της, σκέφτεται να αφοσιωθεί στην παρατήρηση της αλλαγής του κλίματος μέσω δορυφόρου.

Ο διευθυντής του ινστιτούτου κλιματολογίας της NASA, James Hansen, δραματοποιεί το πρόβλημα με την ευκαιρία της ομιλίας του σε μια Επιτροπή της Γερουσίας [2]. Χάρη σε αυτόν, το περιβαλλοντικό κίνημα των ΗΠΑ βρίσκει μια επιστημονική εγκυρότητα και η NASA ανακτά τον προϋπολογισμό της.

Ο Hansen ξαναλανσάρει την ''θεωρία του φαινόμενου του θερμοκηπίου": την παρουσία στην ατμόσφαιρα ορισμένων αερίων, μεταξύ των οποίων το CO2 (ΣτΜ, διοξείδιο του άνθρακα), που υποτίθεται αυξάνει την παγκόσμια θερμοκρασία της επιφάνειας της γης. Μια έννοια που διατυπώθηκε το 1896 από τον Σουηδό φυσικό και χημικό Svante Arrhenius. Αυτός ο φανατικά θετικιστής επιστήμονας είχε διατυπώσει την υπόθεση ότι η ανθρωπότητα θα μπορούσε να αποφύγει μια νέα εποχή παγετώνων χάρη στη θερμότητα των εργοστασίων της. Η απόδειξη του είχε αποδειχτεί αυτοσχέδια και η ιδέα είχε εγκαταλειφθεί. Ο James Hansen την ξαναπιάνει – χωρίς να την επαληθεύσει – για να εξαγάγει το αντίθετο συμπέρασμα: η βιομηχανική ανάπτυξη θα προκαλέσει μια κλιματική υπερθέρμανση επιβλαβή για την ανθρωπότητα.

Η Μάργκαρετ Θάτσερ πιάνει με τη σειρά της το θέμα του κλίματος και επιβάλλεται γρήγορα ως παγκόσμιος ηγέτης του ζητήματος. Το 1987, ο Maumoon Abdul Gayoom, πρόεδρος των Μαλδίβων, θέτει αυτό το θέμα στη σύνοδο κορυφής της Κοινοπολιτείας στο Βανκούβερ. Η χώρα του, λέει, θα εξαφανιστεί αν το κλίμα θερμανθεί και τα νερά ανέβουν. Το 1988, ο Καναδάς και η Νορβηγία διοργανώνουν στο Τορόντο μια διυπουργική παγκόσμια διάσκεψη σχετικά με θέμα: "Η ατμόσφαιρα μας αλλάζει: συνέπειες για την παγκόσμια ασφάλεια” [3], για πρώτη φορά, θίγονται πιθανές  μετακινήσεις πληθυσμών και αναφέρονται συγκεκριμένοι στόχοι για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου.

Οι πρωθυπουργοί  του Καναδά και της Βρετανίας Brian Mulroney και Μάργκαρετ Θάτσερ πείθουν τους εταίρους τους του G7 (ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία) για τη χρηματοδότηση μιας συμβουλευτικής διακυβερνητικής επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC, Intergovernmental Panel on Climate Change), υπό την αιγίδα της UNEP και του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού, που έχουν ήδη αρχίσει ένα κοινό ερευνητικό πρόγραμμα [4]. Λίγο μετά, η Θάτσερ κάνει μια σημαντική ομιλία στο Royal Society [5]. Αναφέρει ότι τα αέρια του θερμοκηπίου, η τρύπα του όζοντος και οι όξινες βροχές απαιτούν διακυβερνητικές απαντήσεις. Το 1989, απευθύνεται στην Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και καλεί για μια γενική κινητοποίηση. Ανακοινώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ήδη λάβει μια σειρά από πρωτοβουλίες για τον εκσυγχρονισμό της βιομηχανίας του και ότι θα θέσει στη διάθεση των ερευνητών σε όλο τον κόσμο τα πληροφοριακά μέσα που απαιτούνται για την μελέτη του κλίματος [6]. Επιστρέφοντας από το Λονδίνο, δημιούργησε το Hadley Center for Climate Prediction and Research (Κέντρο Hadley για την Κλιματική Πρόβλεψη και Έρευνα), που εγκαινίασε με κάθε επισημότητα [7]. Στο ίδιο πνεύμα, συμμετέχει στην Παγκόσμια Διάσκεψη για το Κλίμα στη Γενεύη, όπου επικροτεί την σύγκληση μιας Παγκόσμιας Συνέλευσης [8].

Η IPCC αποκτά πλήρη σημασία με το Hadley Center. Η Lady Θάτσερ δεν θέλησε να δημιουργήσει μια διεθνή επιστημονική ακαδημία, αλλά ένα πολιτικό όργανο, υπεύθυνο για τη διαμόρφωση της έρευνας. Και αυτό γίνεται ευκολότερα γιατί οι επιστήμονες που συμμετέχουν χρειάζονται το Hadley Centre για να συνεχίσουν το έργο τους. Ο στόχος του δεν ήταν να κατασκευάσει μια ψεύτικη επιστήμη για να υποστηρίξει μια πολιτική γραμμή, αλλά να κατευθύνει τη βασική έρευνα έτσι ώστε αυτή να γίνει μια εφαρμοσμένη έρευνα, χρήσιμη σε μια, όπως η ίδια ήλπιζε, νέα βιομηχανική επανάσταση.

Η Μάργκαρετ Θάτσερ αντιμετωπίζει την πρόκληση του κλίματος σαν μια ευκαιρία για τη Βρετανία να αναλάβει την ηγεσία της επιστημονικής έρευνας στον κόσμο και να ξεκινήσει μια νέα βιομηχανική επανάσταση (εδώ, το άνοιγμα του Κέντρου Hadley, 25 Μαΐου, 1990).

Η θέληση της Lady Θάτσερ, πρώην ερευνήτριας στην οργανική χημεία, να βασίσει την ευημερία και το κύρος της χώρας της στην επιστημονική της ηγεσία, είναι χωρίς αμφιβολία. Σε αντίθεση με τους νεομαλθουσιανούς, αυτή δηλώνει ότι η επιστημονική πρόοδος θα επιτρέψει να λυθεί η πρόκληση του κλίματος. Αναφέρει ως παράδειγμα τον τρόπο με τον οποίο η πόλη του Λονδίνου απαλλάχθηκε από την αιθαλομίχλη, το παχύ εκείνο σύννεφο που σχηματίζεται από τις αναθυμιάσεις των εργοστασίων και που η ομίχλη κατεβάζει στο έδαφος. Χωρίς να καταδικάζει την εκβιομηχάνιση, προτίθεται να πραγματοποιήσει μια νέα βιομηχανική επανάσταση που θα φέρει και πάλι την χώρα της στην κεφαλή της παγκόσμιας οικονομίας. Κλείνει τα ορυχεία άνθρακα, στηρίζεται στο πετρέλαιο της Βόρειας Θάλασσας και προετοιμάζει το μέλλον με την πυρηνική ενέργεια.

Αυτή η μεγάλη φιλοδοξία, την οποία επιδιώκει με απόλυτη περιφρόνηση για την εργατική τάξη και επιβάλλοντας μια αναγκαστική πορεία στην άρχουσα τάξη, θρυμματίζεται στις διαφωνίες του συντηρητικού κόμματος που επαναστατεί κατά του αυταρχισμού της και την υποχρεώνει να παραιτηθεί.

1992: Ρίο, η 3η “Συνάντηση Κορυφής της Γης” και ο θρίαμβος του Maurice Strong

Στο μεταξύ, εδώ και μερικά χρόνια, ο Maurice Strong έχει εγκαταλείψει την καναδική δημόσια πολιτική καριέρα. Έγινε δισεκατομμυριούχος. Διορίστηκε διευθυντής της Petro-Canada και έχει συσσωρεύσει μια εντυπωσιακή προσωπική περιουσία. Με τον Σαουδάραβα έμπορο όπλων Adnan Khashoggi, ίδρυσε την American Water Development, μια εταιρεία που αγοράζει την κοιλάδα Saint Louis για να εκμεταλλευτεί τα αποθέματα νερού του Κολοράντο. Πρέπει όμως να λογαριαστούν με την οργή των κατοίκων οι οποίοι φοβούνται ότι αυτή η κατάφυτη περιοχή θα μεταμορφωθεί σε μια έρημο.

Η είσοδος του "Διαστημόπλοιου Γη" στο Haidakhandi Universal Ashram του Crestone. Ο Maurice Strong εγκατέστησε στο Baca Ranch ινδουιστικά, βουδιστικά, σαμανικά, εβραϊκά και χριστιανικά ιερά.

Αμέσως ο Strong παραιτείται από την ιδέα. Σύμφωνα με τον ίδιο, ένας σοφός του αποκάλυψε τις μυστικιστικές ιδιότητες αυτού του ιερού για τους ινδιάνους της περιοχής. Με τη σύζυγο του, Hanne, που είναι πεπεισμένη ότι είναι η μετενσάρκωση μιας ινδιάνας  ιέρειας, δημιουργούν το Ίδρυμα Manitou, του οποίου η ίδια είναι πρόεδρος και ταμίας. Επενδύουν 1.2 εκατομμύρια δολάρια. Χτίζουν στο Baca Ranch του Crestone, ένα τεράστιο συγκρότημα πνευματικότητας “new age” (ΣτΜ, της εποχής μας, σύγχρονου), όπου μπορείτε να συναντήσετε ινδουιστικούς και βουδιστικούς ναούς, χριστιανικές εκκλησίες, εβραϊκούς ναούς, σαμάνους και διάφορους άλλους μάγους, στα πρότυπα μιας εσωτεριστικής πολεοδομίας (ΣτΜ, εσωτερισμός). Υψηλές προσωπικότητες μέλη του πολύ σοβαρού Aspen Institute (ΣτΜ, Aspen Institute) (Ροκφέλερ, Κίσινγκερ, κλπ ...) έρχονται να διαλογιστούν έτσι ώστε όλες οι θρησκείες να γίνουν μία θρησκεία. Ο Laurance Rockefeller (αδελφός του David) δωρίζει 100.000 δολάρια. Και αυτή όμως η παράξενη περιπέτεια τελειώνει τόσο γρήγορα όσο είχε αρχίσει, χωρίς να έμαθε ποτέ κανείς αν ήταν το αποτέλεσμα ενός συλλογικού παραληρήματος ή αν ήταν μέρος ενός επικοινωνιακού σχεδίου για να καλλωπιστεί η εικόνα των καρχαριών που φιλοξενούσαν ο Maurice Strong και οι φίλοι του.

Τελικά, το Baca Ranch ίσως χρησίμευσε σαν εργαστήριο για την επεξεργασία των περιβαλλοντολογικών κλισέ: μια μοντέρνα θρησκεία, που ιδρύθηκε πάνω στον βιβλικό μύθο της πλημμύρας, που καλύπτεται με διάφορα πολιτιστικά αποτυπώματα, ιδιαίτερα βουδιστικά. Ο αμαρτωλός άνθρωπος υπέκυψε στον βιομηχανικό πειρασμό και πρέπει να υποστεί την θεϊκή τιμωρία. Λόγω της υπερθέρμανσης του κλίματος που προκάλεσε, σύντομα τα νερά θα καλύψουν την επιφάνεια της Γης. Μόνο ο οικολόγος Νώε θα επιβιώσει από την πλημμύρα και μαζί του τα φυτά και τα ζώα που θα σώσει.

Σύμφωνα με τον James Lovelock, ο πλανήτης Γη συμπεριφέρεται σαν ένα ζωντανό ον. Αυτή είναι η Γαία, η Μεγάλη Θεά Μητέρα.

Αυτού του είδους η πίστη βασίζεται σε μια κοσμογονία εμπνευσμένη από έργα του χημικού James Lovelock (τιμήθηκε με το παράσημο του Ταξιάρχη του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας από την Margaret Thathcer): την θεωρία της Γαίας. Ο Βρετανός επιστήμονας πρότεινε ότι η ατμόσφαιρα της Γης ρυθμίζεται από τα όντα που ζουν μέσα της. Στη βάση αυτή, που ήδη σηκώνει πολλές αμφιβολίες, οι δημιουργοί του Baca Ranch μας βεβαιώνουν ότι ο πλανήτης Γη συμπεριφέρεται σαν ένας ζωντανός οργανισμός: είναι η Γαία, η θεά-μητέρα της ελληνικής μυθολογίας. Όσο παράλογο κι αν φαίνεται, αυτή η κοσμογονία επιβλήθηκε στο συλλογικό φαντασιακό. Έτσι, δεν μιλάμε πλέον για “την σωτηρία της ανθρωπότητας” από την υποβάθμιση του φυσικού της περιβάλλοντος, αλλά για να "σώσουμε τον πλανήτη", αν και κανείς δεν αμφισβητεί ότι αυτή η γιγάντια σφαίρα, ο πλανήτης μας, έχει μερικά δισεκατομμύρια χρόνια ύπαρξης μπροστά της.

Παρ' όλα αυτά, οι Αγγλοσάξονες καταφέρνουν να εκλέξουν τον Maurice Strong σαν πρόεδρο της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Συνδέσμων των Ηνωμένων Εθνών (WFUNA). Η θέση αυτή του επιτρέπει να διαχειριστεί μια εκστρατεία, έτσι ώστε ο ΟΗΕ να οργανώσει μια νέα Σύνοδο Κορυφής της Γης. Όταν παίρνεται η απόφαση, αυτός δεν έχει καμία δυσκολία να αναλάβει την Γενική Γραμματεία, δεδομένου του ρόλου του στη Στοκχόλμη και τη μεταγραφής του στην UNEP.

Για να προετοιμάσει τη Σύνοδο Κορυφής του Ρίο, ο Maurice Strong δέχεται τη βοήθεια πρώτα ενός ειδικού συμβούλου, του φίλου του Jim MacNeill που ήταν Διευθυντής Περιβάλλοντος του ΟΟΣΑ, και έπειτα του συντάκτη της έκθεσης Brundtland. Όπως ο Strong, έτσι και ο MacNeill είναι μέλος της Τριμερούς Επιτροπής που ο David Rockefeller δημιούργησε με τον Zbignew Brzezninski. Σε αυτό το πλαίσιο, αυτός καταρτίζει την προκαταρκτική έκθεση της διάσκεψης “Beyond Interdependence” (Πέρα από την αλληλεξάρτηση) [9], της οποίας ο Strong γράφει τον πρόλογο. Η βασική ιδέα που διατρέχει την έκθεση του Ιδρύματος Ροκφέλερ πριν από την διάσκεψη της Στοκχόλμης (ΣτΜ, βλέπε πρώτο μέρος της μελέτης), την έκθεση της Επιτροπής του ΟΗΕ μετά από την διάσκεψη στο Ναϊρόμπι και την έκθεση της Τριμερούς Επιτροπής πριν από την συνάντηση στο Ρίο, είναι ότι δεν πρέπει να αντιτάσσουμε οικονομικά συμφέροντα και περιβαλλοντικές ανησυχίες κατηγορώντας τις πολυεθνικές εταιρείες ότι ρυπαίνουν ανερυθρίαστα. Αντίθετα, πρέπει να ενώσουμε βιομήχανους και περιβαλλοντιστές, αντιμετωπίζοντας την οικολογία ως μια κερδοφόρα επιχείρηση. Αυτό που μένει είναι να το χάψει και η κοινή γνώμη.

Ο Maurice Strong ευνοεί τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, προσκαλώντας τες να υποβάλουν τις προτάσεις τους για τη σύνοδο κορυφής και τις μεταχειρίζεται με μεγάλη υπόληψη. Ταυτόχρονα, παρέχει μια στρατηγική θέση στις πολυεθνικές, διορίζοντας τον Ελβετό δισεκατομμυριούχο Stephan Schmidheiny επικεφαλής σύμβουλο για την προετοιμασία της συνόδου κορυφής.

Γνωστός σαν ο μεγαλύτερος ρυπαντής αμιάντου σε παγκόσμια κλίμακα, ο Stephan Schmidheiny διευθύνει το WBCSD, την σπουδαιότερη ένωση "πράσινων" πολυεθνικών.

Ο Schmidheiny συγκεντρώνει μέσα στο Παγκόσμιο Επιχειρηματικό Συμβούλιο για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (World Business Council for Sustainable Development, WBCSD), τις σπουδαιότερες πολυεθνικές που φοβούνται ότι η σύνοδος κορυφής θα καταλήξει σε μια καταγγελία των μεθόδων τους. Τους προτείνει να υιοθετήσουν  την πρακτική της άσκησης παρασκηνιακών πιέσεων προκειμένου να εξουδετερώσουν το σύνολο των κανόνων που εμποδίζουν τις δραστηριότητές τους και να προωθήσουν την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας υπό το πρόσχημα της οικολογίας.

Ο Schmidheiny, που εγκωμιάζεται σε όλο τον κόσμο σαν οικολόγος φιλάνθρωπος, έχει φτιάξει την περιουσία του με την εταιρεία οικοδομικών υλικών Eternit. Υπό έρευνα εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα του Τορίνο, Raffaele Guarinello, η υπόθεση θα κριθεί το 2010. Κατά την καταγγελία, η εταιρεία αυτή, εν γνώσει της, μόλυνε την πόλη Casale όπου υπήρχαν εργοστάσια της, προκαλώντας το θάνατο 2.900 ανθρώπων και τη μόλυνση άλλων 3.000.

(ΣτΜ, Η υπόθεση εκδικάστηκε τον Ιούνιο 2013 και ο Schmidheiny καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε 18 χρόνια φυλακή και πρόστιμο 90 εκατομμυρίων ευρώ. Τον Νοέμβριο 2015 όμως το ιταλικό Ανώτατο Δικαστήριο στο οποίο κατέληξαν οι προσφυγές, με μια προκλητική απόφαση που προκάλεσε σάλο, αθώωσε τον Schmidheiny. Ο εισαγγελέας Raffaele Guarinello, γνωστός και από άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, έγινε αντικείμενο ειδικού νόμου προκειμένου να τεθεί σε συνταξιοδότηση. Σε απάντηση ο εισαγγελέας παραιτήθηκε τον Δεκέμβριο 2015 λίγες μέρες πριν τον συνταξιοδοτήσουν.)

Ο Maurice Strong εγκαινιάζει, σαν Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, την Εκκλησία της Σαϊεντολογίας στην Νέα Υόρκη (25 Σεπτεμβρίου 2004).

Ενώ ο Maurice Strong και οι φίλοι του, προετοιμάζουν το συνέδριο, πολλοί επιστήμονες εκφράζουν την διαφωνία τους με την τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα. Ο Γάλλος δημοσιογράφος Michel Salomon συγκεντρώνει 3.000 πανεπιστημιακούς και 72 νέα μέλη του βραβείου Νόμπελ γύρω από την Προσφυγή της Χαϊδελβέργης (ΣτΜ, Heidelberg Appeal). Αναφερόμενοι στα ιερά του Baca Ranch και στην θεωρία της Γαίας, καταγγέλλουν “την εμφάνιση μιας παράλογης ιδεολογίας που αντιτίθεται στην επιστημονική και βιομηχανική πρόοδο και που εμποδίζει την οικονομική και την κοινωνική ανάπτυξη”. Παρατηρώντας την κινητοποίηση του WBCSD, εκφράζουν “την απόλυτη αναγκαιότητα να βοηθηθούν οι φτωχές χώρες να επιτύχουν ένα επίπεδο βιώσιμης ανάπτυξης σε αρμονία με αυτή του υπόλοιπου πλανήτη, να προστατευθούν από τους παράγοντες υποβάθμισης που προέρχονται από τις ανεπτυγμένες χώρες και να αποφευχθεί ο εγκλωβισμός τους σε έναν μη ρεαλιστικό ιστό υποχρεώσεων που θέτουν σε κίνδυνο και την ανεξαρτησία τους και την αξιοπρέπεια τους”. Τέλος, καταλήγουν ότι  “τα μεγαλύτερα κακά που απειλούν τον πλανήτη μας είναι η άγνοια και η καταπίεση και όχι η επιστήμη, η τεχνολογία και η βιομηχανία των οποίων τα μέσα, αν τα διαχειριστούμε σωστά, γίνονται μέσα απαραίτητα που επιτρέπουν στην ανθρωπότητα να θέσει τέλος, χάρη στον εαυτό της και για τον εαυτό της, σε μάστιγες όπως η πείνα και ο υπερπληθυσμός”.

Ο Strong και ο Schmidheiny προσλαμβάνουν τότε το επιτελείο δημοσίων σχέσεων της Burson-Marsteller. Η ειδικότητα του γενικού διευθυντή της εταιρείας, Harold Burson, είναι να αναγνωρίζει τα τμήματα του πληθυσμού που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ένα σκοπό, να τα οργανώνει σε ομάδες, και στη συνέχεια να τα χρησιμοποιεί εν αγνοία τους για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των πελατών του. Έχει, για παράδειγμα, δημιουργήσει ενώσεις ασθενών για να διευκολύνει την πρόσβαση στα φάρμακα που παράγονται από τους πελάτες του (αντί να προσπαθήσει να υπάρχει πρόσβαση στα πιο αποτελεσματικά φάρμακα), ή ακόμη ενώσεις καπνιστών για την καταπολέμηση των νόμων κατά του καπνίσματος (αντί να αγωνιστεί για μη-τοξικά τσιγάρα), κλπ. Αυτός ο άνθρωπος θα μεταμορφώσει τη Διάσκεψη Κορυφής του Ρίο σε ένα γιγάντιο εορταστικό πανηγύρι το οποίο θα προσδώσει μια υποτιθέμενη λαϊκή έγκριση σε αποφάσεις που λαμβάνονται στα παρασκήνια και στα κρυφά από ένα συνδικάτο πολυεθνικών [10].

Αυτή η τεχνική χειραγώγησης έχει γίνει κλασική περίπτωση. Επαναλήφθηκε στη συνέχεια σε πολλά διεθνή συνέδρια.

Η Διάσκεψη Κορυφής της Γης στο Ρίο ντε Τζανέιρο: Η οικολογία είναι μια αναγκαιότητα. Η οικολογία είναι μια αγορά.

172 αντιπροσωπείες, συμπεριλαμβανομένων εκατό αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων, συμμετέχουν στη Διάσκεψη Κορυφής του Ρίο (3 έως 4 Ιουνίου 1992). Υιοθετούνται  πολυάριθμα έγγραφα σε μια εορταστική ατμόσφαιρα. Η Διακήρυξη του Ρίο [11] καθορίζει 27 αρχές, μεταξύ των οποίων η αρχή της πρόληψης: “η έλλειψη πλήρους επιστημονικής βεβαιότητας δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως δικαιολογία για την αναβολή στο μέλλον της υιοθέτησης αποτελεσματικών μέτρων για την πρόληψη της υποβάθμισης του περιβάλλοντος" [12]. Η Διακήρυξη είναι αποτέλεσμα μιας πραγματικής διαπραγμάτευσης μεταξύ Κρατών. Επιβεβαιώνει το δικαίωμα των μελλοντικών γενεών στην αειφόρο ανάπτυξη, πράγμα που σημαίνει όχι μόνο ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν πρέπει να πραγματοποιείται σε βάρος του περιβάλλοντος, αλλά και ότι δεν πρέπει να διαιωνίζει τις ανισότητες Βορρά-Νότου. Στο διεθνές δίκαιο, το περιβάλλον γίνεται ένα ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης.

Για την εφαρμογή των αρχών αυτών, τα Κράτη μέλη παραπέμπονται σε ένα άλλο έγγραφο, την Δράση 21 [13]. Είναι ένα λεπτομερές πρόγραμμα που διευκρινίζει την σχέση μεταξύ ανάπτυξης και περιβάλλοντος, απαριθμώντας τα βασικά περιβαλλοντικά ζητήματα, προσδιορίζοντας τις ομάδες και τα θεσμικά όργανα που πρέπει να κινητοποιούνται, και πολλαπλασιάζοντας τις καλές προθέσεις. Όμως σ' αυτό το δεύτερο έγγραφο έχουν εξαφανιστεί οι αναφορές σε αλληλοσυγκρουόμενες καταστάσεις. Ειδικά οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ, κατάφεραν την διαγραφή όλων των αναφορών στα δικαιώματα των “λαών που υπόκεινται σε καταπίεση, σε κυριαρχία και σε κατοχή”. Πάνω απ' όλα, ο πόλεμος δεν εμφανίζεται πλέον ως ο πρώτος παράγοντας καταστροφής της ανάπτυξης και του περιβάλλοντος. Είναι ο θρίαμβος του Maurice Strong και της οικολογίας-μαριονέτα. Οι πολυεθνικές μπορούν να συνεχίσουν να λεηλατούν τον πλανήτη υπό την προϋπόθεση ότι παραμένουν καθαρές στις ανεπτυγμένες χώρες. Το Πεντάγωνο, το οποίο έχει μόλις ρημάξει μία πρώτη φορά το Ιράκ, μπορεί να συνεχίσει τις καταστροφές του χωρίς ενδοιασμούς: αυτές δεν μετράνε.

(Συνεχίζεται ...)


Ο Thierry Meyssan είναι Γάλλος διανοούμενος, ιδρυτής και πρόεδρος του Voltaire Network και του συνεδρίου Axis for Peace (Άξονας για την Ειρήνη). Δημοσιεύει αναλύσεις της διεθνούς πολιτικής στον αραβικό τύπο, τον τύπο της Λατινικής Αμερικής, και τον ρωσικό. Τελευταίο δημοσιευμένο βιβλίο: L’Effroyable imposture : Tome 2, Manipulations et désinformations (εκδόσεις JP Bertrand, 2007). Πρόσφατο βιβλίο στα ιταλικά: Il Pentagate. Altri documenti sull’11 settembre (Fandango, 2003).

Μετάφραση στα ιταλικά Matteo Sardini


Επιμέλεια Μετάφρασης: ο Γιώργος του Κλικ


ΠΗΓΗ: Оdnako (Ρωσία) μέσω voltairenet




[1] Γαλλικά: Notre Avenir à tous. Αγγλικά: Our Common Future. Ισπανικά: Nuestro Futuro comun.

[2] Το φαινόμενο του θερμοκηπίου και η αλλαγή του κλίματος, ομιλία του James Hansen στην Επιτροπή της Γερουσίας για την Ενέργεια και τους Φυσικούς Πόρους, 23 Ιουνίου 1988.

[3] “Η Μεταβαλλόμενη Ατμόσφαιρα μας: Συνέπειες για την Παγκόσμια Ασφάλεια”.

[4] Déclaration économique, G7, Τορόντο, §33.

[5] Ομιλία στην Royal Society, της Μάργκαρετ Θάτσερ, 27 Σεπτεμβρίου 1988.

[6] Ομιλία στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών (Global Environment) της Μάργκαρετ Θάτσερ, 8 Νοεμβρίου 1989.

[7] Εναρκτήρια ομιλία στο Hadley Centre για την Κλιματική Πρόβλεψη και Έρευνα, της Μάργκαρετ Θάτσερ, 25 Μαΐου 1990.

[8] Ομιλία στην 2η Παγκόσμια Κλιματική Διάσκεψη της Μάργκαρετ Θάτσερ, 6 Νοεμβρίου 1990.

[9] Πέρα από την Αλληλεξάρτηση: Το Μπέρδεμα της Παγκόσμιας Οικονομίας και της Γήινης Οικολογίας, των Jim MacNeill, Pieter Winsemius και Taizo Yakushiji, Oxford Paperbacks, Φεβρουάριος 1992.

[10] “Burson-Marsteller, Η τριμερής Pax και η συμμορία Bruntland εναντίον του Περιβάλλοντος” του Joyce Nelson, και “Δηλητηριάζοντας τις Ρίζες” του John Dillon, τριμηνιαίο Covert Action, άνοιξη 1993.

[11] Τελικό Κείμενο της Déclaration de Rio.

[12] Η αρχή της πρόληψης, όπως διατυπώθηκε από την Διακήρυξη του Ρίο ή από τον Γαλλικό Χάρτη για το περιβάλλον, στοχεύει να διευρύνει την νομοθετική βάση της πολιτικής δράσης υπέρ του περιβάλλοντος, έναντι των επιστημονικών πορισμάτων που υποβάλλονται από τις πολυεθνικές. Στη συνέχεια ανατράπηκε συχνά προκειμένου να δικαιολογήσει την πολιτική αδράνεια σε οποιοδήποτε πλαίσιο δραστηριοτήτων.

[13] Τελικό Κείμενο της Action 21.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Από το Blogger.